Greek Meaning of slighted
προσβάλλω
Other Greek words related to προσβάλλω
- προσβεβλημένος
- προσβεβλημένος
- Εξοργισμένος
- Προσβεβλημένος
- δυσαρεστημένος
- διαταραγμένος
- πόνος
- χλεύασε
- χαστούκισε
- ειρωνεύτηκε
- ανήσυχος
- αναστατωμένος
- τραυματισμένος
- ανυπόληπτος
- προσέβαλε
- κόβω
- δυσφημισμένος
- υποτιμημένος
- στεναχωρημένος
- κορόιδεψε
- δυσφήμισε
- Δυσφημήθηκε
- δυσφημημένος
- θυμωμένος
- καταπιεσμένοι
- πονεμένος
- διωκόμενος
- απαξιωμένος
- χλευασθεί
- συκοφαντημένος
- ασυνάρτητος
- λερωμένος
- βασανισμένος
- κοροϊδεύω
- απορριφθεί
Nearest Words of slighted
Definitions and Meaning of slighted in English
slighted (imp. & p. p.)
of Slight
FAQs About the word slighted
προσβάλλω
of Slight
προσβεβλημένος,προσβεβλημένος,Εξοργισμένος,Προσβεβλημένος,δυσαρεστημένος,διαταραγμένος,πόνος,χλεύασε,χαστούκισε,ειρωνεύτηκε
χειροκρότησε.,εγκρίθηκε,αποθεωμένος,επαινέθηκε,επαινεμένος,χαιρέτησε,επαίνεσε,εγκωμιάστηκαν,υψηλός,κολακευμένος
slight care => Μικρή φροντίδα, slight => ελαφρύ, slidometer => ολισθηρόμετρο, sliding window => Συρόμενο παράθυρο, sliding seat => συρόμενο κάθισμα,