Greek Meaning of adulated
κολακεύω
Other Greek words related to κολακεύω
- λατρεμένος
- Εξιδανικευόταν
- λατρεμένος
- λατρευόμενος
- κανονικοποιημένος
- πολύτιμος
- θεοποιημένος
- χαϊδεύω (κάποιον)
- Ηρωολατρεία
- Μου άρεσε
- θεωρείται
- σεβαστός
- σεβαστός
- πολύτιμο
- εκτιμημένος
- εγκρίθηκε
- ενέκρινε
- σεβαστός
- σκέφθηκε
- ευνοϊκός
- ιερός
- Ηρωολατρεία
- εγκεκριμένος
- προτιμότερος
- εκτιμημένος
- υποστηριζόμενος
- πολύτιμος
- σεβάσμιος
Nearest Words of adulated
Definitions and Meaning of adulated in English
adulated
extreme or excessive admiration or flattery
FAQs About the word adulated
κολακεύω
extreme or excessive admiration or flattery
λατρεμένος,Εξιδανικευόταν,λατρεμένος,λατρευόμενος,κανονικοποιημένος,πολύτιμος,θεοποιημένος,χαϊδεύω (κάποιον),Ηρωολατρεία,Μου άρεσε
αποτρόπαιος,περιφρονημένος,μισητός,περιφρονω,αντιπαθής,βδελυρός,υποτιμούσε,υποτιμημένος,βάλω κάτω,ξεπερασμένο
ads => διαφημίσεις, ados => έφηβοι, adornments => στολίδια, adorations => Λατρείες, adolescents => έφηβοι,