Greek Meaning of preferred

προτιμότερος

Other Greek words related to προτιμότερος

Definitions and Meaning of preferred in English

Wordnet

preferred (s)

more desirable than another

preferred above all others and treated with partiality

FAQs About the word preferred

προτιμότερος

more desirable than another, preferred above all others and treated with partiality

επιλεγμένος,ευνοϊκός,αγαπημένος,επιλέξτε,επιλεγμένα,επιλογή,εκλέγω,πρώτη γραμμή,επιλεγμένο με το χέρι,κατ’ επιλογή

μέσος,κοινός,συνηθισμένος,συνηθισμένος,συνηθισμένο

preferment => προτίμηση, preferentially => κατ' εξαίρεση, preferential voting => Προτιμησιακή ψηφοφορία, preferential => προτιμησιακός, preferent => προτιμώμενος,