Greek Meaning of preferment
προτίμηση
Other Greek words related to προτίμηση
Nearest Words of preferment
- preferred => προτιμότερος
- preferred shares => προνομιούχες μετοχές
- preferred stock => Προνομιούχες μετοχές
- prefiguration => προεικονισμός
- prefigurative => προεικονιστικός
- prefigure => προεικονίζω
- prefix => πρόθεμα
- prefix notation => Προθεματική αναπαράσταση
- prefixation => προθήκη
- preform => προκατασκευάζω
Definitions and Meaning of preferment in English
preferment (n)
the act of preferring
the act of making accusations
FAQs About the word preferment
προτίμηση
the act of preferring, the act of making accusations
πρόοδος,ανάβαση,προαγωγή,ανέβαινω,δημιουργία,υψόμετρο,προτίμηση,αναβάθμιση,μεγέθυνση,αριστοκρατία
ταπείνωση,αποικοδόμηση,Υποβάθμιση,κατάθεση,εκφόρτιση,απόλυση,Υποβιβασμός,ανατροπή,μείωση,αφαίρεση
preferentially => κατ' εξαίρεση, preferential voting => Προτιμησιακή ψηφοφορία, preferential => προτιμησιακός, preferent => προτιμώμενος, preference shares => Μετοχές με προτεραιότητα,