Greek Meaning of rankled

ερεθισμένος

Other Greek words related to ερεθισμένος

Definitions and Meaning of rankled in English

Webster

rankled (imp. & p. p.)

of Rankle

FAQs About the word rankled

ερεθισμένος

of Rankle

θυμωμένος,θυμωμένος,βαλλιστικός,εξοργισμένος,θυμωμένος,Αγανακτισμένος,εξοργίζω,θυμωμένος,τρελός,Εξοργισμένος

Αποδεκτός,φιλόξενος,ευχάριστος,Επιδεκτικός,υπάκουος,Χαρούμενος,φιλικός,χαρούμενος,συμπαθής,φιλικός

rankle => ερεθίζω, ranking => κατάταξη, rankine scale => Κλίμακα Rankine, rankine => ράγκιν, rankin => Ρανκίν,