Greek Meaning of touchy

ευαίσθητος

Other Greek words related to ευαίσθητος

Definitions and Meaning of touchy in English

Wordnet

touchy (s)

quick to take offense

difficult to handle; requiring great tact

Webster

touchy (a.)

Peevish; irritable; irascible; techy; apt to take fire.

FAQs About the word touchy

ευαίσθητος

quick to take offense, difficult to handle; requiring great tactPeevish; irritable; irascible; techy; apt to take fire.

θυμωμένος,ευερέθιστος,ευαίσθητος,ευέξαπτος,γαργαλιστικός,υπερευαίσθητος,υπερευαίσθητος,δύστροπος,απότομος,υπερευαίσθητος

ευχάριστος,φιλικός,εύκολος,καλόκαρδος,Παχυδερμικός,Ανεπηρέαστος,ανέμελος,ανεκτικός,Καλοσυνάτος,χαλαρός

touchwood => Φτου, φτου, φτου., touch-typist => Δακτυλογράφος, touch-type => δακτυλογράφηση πλήκτρων, touchstone => κριτήριο, touchscreen => Οθόνη αφής,