Greek Meaning of rankling

πίκρα

Other Greek words related to πίκρα

Definitions and Meaning of rankling in English

Webster

rankling (p. pr. & vb. n.)

of Rankle

FAQs About the word rankling

πίκρα

of Rankle

ενοχλητικό,ανησυχητικό,απογοητευτικός,ερεθιστικός,λειαντικό,επιδεινούμενος,ενοχλητικός,ανησυχητικός,Τρίψιμο,εκνευριστικός

απολαυστικό,ευχάριστος

rankled => ερεθισμένος, rankle => ερεθίζω, ranking => κατάταξη, rankine scale => Κλίμακα Rankine, rankine => ράγκιν,