Greek Meaning of sulky
σουμπρός
Other Greek words related to σουμπρός
- ευερέθιστος
- κατσούφης
- θυμωμένος
- μουτρωμένος
- Που εκκολάπτει
- σταυρός
- κατσούφης
- Κατηφής
- σκυθρωπός
- γκρινιάρης
- κατσούφης
- δύστροπος
- πείσμων
- ευαίσθητος
- μουρτζούφλης
- μελαγχολικός
- χολερικός
- γκρινιάρης
- χολερικός
- γκρινιάρης
- γκρινιάρης
- ευέξαπτος
- δυσάρεστος
- δυσπεπτικός
- μελαγχολικός
- Γκρινιάρης
- θυμωμένος
- Κακόκεφος
- Κακότροπος
- Ευερέθιστος (Efvréthistos)
- ευέξαπτος
- κατηφής
- εκνευρισμένος
- διεστραμμένος
- γκρινιάρης
- ακανθώδης
- ευέξαπτος
- βραχνός
- φθαρμένος
- ευέξαπτος
- απότομος
- Ζωηρό
- σαρκαστικός
- _ιδιότροπος_
- ευερέθιστος
- ευέξαπτος
- ευαίσθητος
- σφηκοειδής
- σύντομος
- σαρκαστικός
Nearest Words of sulky
Definitions and Meaning of sulky in English
sulky (n)
a light two-wheeled vehicle for one person; drawn by one horse
sulky (s)
sullen or moody
moving slowly
depressingly dark
FAQs About the word sulky
σουμπρός
a light two-wheeled vehicle for one person; drawn by one horse, sullen or moody, moving slowly, depressingly dark
ευερέθιστος,κατσούφης,θυμωμένος,μουτρωμένος,Που εκκολάπτει,σταυρός,κατσούφης,Κατηφής,σκυθρωπός,γκρινιάρης
χαρούμενος,χαρούμενος,καλόκαρδος,pithani,κοινωνικός,ηλιόλουστος,ανέμελος,εύκολος,καλοδιάθετος,Καλοσυνάτος
sulkiness => κατσούφιασμα, sulkily => σουφρωμένα, sulk => μορφάζω, sulindac => Σουλινδάκη, sulidae => Σουλείδες,