Greek Meaning of sulk
μορφάζω
Other Greek words related to μορφάζω
- κάνει μούτρα
- Μπλουζ
- χωματερές
- νευρικότητα
- γκρινιάρης
- ευερεθιστότητα
- ευερεθιστότητα
- Κατοικίδιο
- διαμάχη
- κατσούφιασμα
- μελαγχολία
- χοληδόχος
- χολή
- ευερεθιστότητα
- κακοκεφιά
- δυσάρεστος
- Δυσπεψία
- φαντάσματα
- γκρίνια
- καμπούρα
- ευερεθιστότητα
- λυπάται
- γκρίνια
- ευερεθιστότητα
- διαστροφή
- διαστροφή
- κακοχουμία
- γκρίνια
- γκρίνια
- ευαισθησία
- κακοκεφιά
- ευερεθιστότητα
- κακομοιριά
- Κακοχυμία
- σφηκοφιλία
Nearest Words of sulk
Definitions and Meaning of sulk in English
sulk (n)
a mood or display of sullen aloofness or withdrawal
sulk (v)
be in a huff and display one's displeasure
FAQs About the word sulk
μορφάζω
a mood or display of sullen aloofness or withdrawal, be in a huff and display one's displeasure
κάνει μούτρα,Μπλουζ,χωματερές,νευρικότητα,γκρινιάρης,ευερεθιστότητα,ευερεθιστότητα,Κατοικίδιο,διαμάχη,κατσούφιασμα
ευθυμία,χαρά,χαρά,Ξενοιασιά,ευθυμία,φιλικότητα,ευγένεια,Ανέσεις,φιλικότητα,φιλικότητα
sulindac => Σουλινδάκη, sulidae => Σουλείδες, sulfur-yellow => Θειοκίτρινο, sulfurous => θειώδης, sulfurized => θειούχος,