Greek Meaning of high-spiritedness

θάρρος

Other Greek words related to θάρρος

Definitions and Meaning of high-spiritedness in English

Wordnet

high-spiritedness (n)

exuberant liveliness

FAQs About the word high-spiritedness

θάρρος

exuberant liveliness

ευθυμία,χαρά,χαρά,Γκλί,χαρά,ξεκαρδιστικότητα,φιλικότητα,Ξενοιασιά,ευθυμία,χαρά

σοβαρότητα,βαρύτητα,σοβαρότητα,Νηφαλιότητα,ιεροπρέπεια,απογοήτευση,κατάθλιψη,μελαγχολία,μελαγχολία,κακή διάθεση

high-spirited => με καλή διάθεση, high-speed steel => Χάλυβας ταχείας κοπής, high-speed => υψηλής ταχύτητας, high-sounding => υψηλόφθόγγος, high-souled => υψηλόφρων,