Greek Meaning of sulphate
θειικό
Other Greek words related to θειικό
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of sulphate
- sulphide => θειούχο
- sulphite => θειώδες άλας
- sulphonic acid => σουλφονικό οξύ
- sulphur => Θείο
- sulphur bacteria => Βακτήρια θείου
- sulphur butterfly => Θειοκίτρινη πεταλούδα
- sulphur dioxide => Διοξείδιο του θείου
- sulphur hexafluoride => Εξαφθοριούχο θείο
- sulphur mine => Ορυχείο θείου
- sulphur oxide => Οξείδιο του θείου
Definitions and Meaning of sulphate in English
sulphate (n)
a salt or ester of sulphuric acid
FAQs About the word sulphate
θειικό
a salt or ester of sulphuric acid
No synonyms found.
No antonyms found.
sulphanilic acid => Θειανιλικό οξύ, sulpha => σουλφαμίδη, sully => μολύνω, sullivan => Σάλιβαν, sullenness => μελαγχολία,