Greek Meaning of blandished

κολακεμένος

Other Greek words related to κολακεμένος

Definitions and Meaning of blandished in English

Webster

blandished (imp. & p. p.)

of Blandish

FAQs About the word blandished

κολακεμένος

of Blandish

πείθει,γλυκόλογος,πεισθεί,δελεαστικός,δέλεασε,κουβέντιασαν,πρότρεψε,πείθεται,ερωτοτροπούσε,κολακεύω

παρενοχλημένος,εκφοβισμένος,απαιτούμενο,πείραξε,υπό παρακολούθηση,μπουλντόζα,εκφοβισμένος,εξαναγκασμένος,εξαναγκασμένος,περιορισμένος

blandish => Κολακεύω, blandise => κολακεία, blandiloquous => γλυκόλογος, blandiloquious => κολακευτικός, blandiloquence => κολακεία,