FAQs About the word grovel

σέρνομαι

show submission or fearTo creep on the earth, or with the face to the ground; to lie prone, or move uneasily with the body prostrate on the earth; to lie fiat o

συρρικνώνω,συγκλονισμένοι,συσπάζομαι,ανάκρουση,ζεμάτισμα,χλωμιάζω,ζαμώδης,Κρατάω τον απαιτούμενο σεβασμό,ορτύκι,συρρικνώνω

No antonyms found.

grove => άλσος, grouty => γκρινιάρης, groutnol => Κονία, grouting => έγχυση, grouthead => Χοντροκέφαλος,