Greek Meaning of raced

τρέχω

Other Greek words related to τρέχω

Definitions and Meaning of raced in English

Webster

raced (imp. & p. p.)

of Race

FAQs About the word raced

τρέχω

of Race

ανταγωνίστηκε,αμφισβητούμενο,πολέμησε,πολέμησε,Αντίπαλος,αντίπαλος,διαγωνίστηκε,εξετάζω,αρραβωνιασμένος,Αντιμετώπιση

έρποντας,έρπει,σύρθηκε,περιφέρομαι (ή βγαίνω έξω),καθυστερημένος,έμεινε,αργοπορούσε,τρύπησε,περπατούσε,Βημάτιζε

racecourse => Ιππόδρομος, racecard => δελτίο αγώνα, raceabout => αγώνας, race suicide => φυλετική αυτοκτονία, race runner => Δρομέας με μηχατροκίνητο αμαξίδιο,