Greek Meaning of crept

έρπει

Other Greek words related to έρπει

Definitions and Meaning of crept in English

crept

FAQs About the word crept

έρπει

παραβίασε,πλησίασε αργά,εισέβαλε,άρπαξε,εδραιωμένος,παγιδευμένος,παραβιασμένο,οχυρωμένος,εισέβαλε,υπερβολικός

κάννη,βαρέλι,μπουλονάρω,καριέρας,όρμησε,παύλα,πέταξε,επιτάχυνε,σπεύδω,Εκτοξεύτηκε

crepitating => κροταλίζοντας, crepitated => τρίζει, crepes => Κρέπες, creme de la creme => Η κρέμα της κρέμας, cremating => αποτέφρωση,