Greek Meaning of crept up

πλησίασε κρυφά

Other Greek words related to πλησίασε κρυφά

Definitions and Meaning of crept up in English

crept up

to slowly and quietly move closer to (someone) without being noticed

FAQs About the word crept up

πλησίασε κρυφά

to slowly and quietly move closer to (someone) without being noticed

έφτασε,ήρθε,χτύπημα,έφτασε,πλησίασε κρυφά από ψηλά,πλησίασε κρυφά,ανέβηκε,επιτεύχθηκε,εμφανίσθηκε,κέρδισε

υποστηρίζεται (πίσω ή μακριά),Αριστερά,τράβηξε έξω,υποχώρησε,αφαιρέθηκε,συνταξιούχος,υποχώρησε,βγήκε έξω,αποσύρθηκε,καθάρισε

crept => έρπει, crepitating => κροταλίζοντας, crepitated => τρίζει, crepes => Κρέπες, creme de la creme => Η κρέμα της κρέμας,