Greek Meaning of bowled

μπόουλινγκ

Other Greek words related to μπόουλινγκ

Definitions and Meaning of bowled in English

Webster

bowled (imp. & p. p.)

of Bowl

FAQs About the word bowled

μπόουλινγκ

of Bowl

παρασυρμένος,έρεε,γλίστρησε,έπλευσε,γλίστρησε,σάρωσε,αεράκι,βουρτσισμένο,γλίστρησε,πλεύρισε

ταλαντεύτηκε,αγωνιζόταν,σκόνταψε,περπατούσε με δυσκολία,κοπιαστικός,Κούτσαινε,φορτωμένος,τσαπατσουλιάζω,ανακατεμένος,σφραγισμένη

bowldery => βραχώδης, bowlder => βράχος, bowl over => ανατρέπω, bowl => μπολ, bowknot => φιόγκος,