Greek Meaning of loped
καλπάζει
Other Greek words related to καλπάζει
Nearest Words of loped
Definitions and Meaning of loped in English
loped (imp. & p. p.)
of Lope
FAQs About the word loped
καλπάζει
of Lope
αναπήδησε,οριοθετημένο,πήδησε,πήδησε,πήδηξε,πήδησε,κουνιόταν,Σάρωσε,παραλείφθηκε,σκόνταψε
περπατούσε με δυσκολία,φορτωμένος,τσαπατσουλιάζω
lop-eared => λαπτούτης, lopeared => γαϊδουροαυτιά, lope felix de vega carpio => Λόπε Φέλιξ ντε Βέγα Καρπίο, lope de vega => Λόπε ντε Βέγα, lope => άλμα,