Greek Meaning of gambolled

σκέρτσαρε

Other Greek words related to σκέρτσαρε

Definitions and Meaning of gambolled in English

Webster

gambolled ()

of Gambol

FAQs About the word gambolled

σκέρτσαρε

of Gambol

ιδιότροπος,γλέντησε,χόρευε,ερευνήθηκε,έπαιξε,πήδησε,larked,πήδηξε,πήδησε,έπαιζε ζωηρά

έκανε μούτρα,βραστά,θύμωσε,Μοτοποδήλατο

gamboling => σκανδαλίζοντας, gamboled => σκίρτησε, gambol => διασκέδαση, gambogic => γόμμη γούτα, gambogian => Γαμβόζι,