Greek Meaning of capered

ιδιότροπος

Other Greek words related to ιδιότροπος

Definitions and Meaning of capered in English

Webster

capered (imp. & p. p.)

of Caper

FAQs About the word capered

ιδιότροπος

of Caper

γλέντησε,χόρευε,ερευνήθηκε,έπαιξε,σκίρτησε,σκέρτσαρε,πήδησε,larked,πήδηξε,πήδησε

έκανε μούτρα,βραστά,Μοτοποδήλατο,θύμωσε

caperclaw => δαγκάνα καβουριού, capercally => Τετράο ο ουρογάλος, capercailzie => Τετράωνας, capercaillie => Βασιλοπούλι, caperberry => Κάππαρη,