Greek Meaning of disported

έπαιζε

Other Greek words related to έπαιζε

Definitions and Meaning of disported in English

Webster

disported (imp. & p. p.)

of Disport

FAQs About the word disported

έπαιζε

of Disport

διασκεδασμένος,διασκεδασμένος,γλέντησε,απασχολημένος,Χαρούμενος,αποσπασμένος,εκτραπεί,κατειλημμένος,ηρεμημένος,παρηγορημένος

βαρετό,στραγγισμένος,εξαντλημένος,Κουρασμένος,κουρασμένος,κουρασμένος,κουρασμένος,φορούσε,επιβαρυντική,ενοχλημένος

disport => διασκεδάζω, disporous => δισπόριος, dispope => απαλλάσσω, disponge => Σφουγγάρι, disponer => διαθέτω,