Greek Meaning of bored
βαρετό
Other Greek words related to βαρετό
- κουρασμένος
- ενοχλημένος
- εξαντλημένος
- απογοητευμένος
- απογοητευμένος
- κουρασμένος
- άρρωστος, -η, -ο
- αδιάφορος
- κουρασμένος
- κουρασμένος
- σκασμένος και κουρασμένος
- αδιάφορος
- ρυθμός
- καμμένος έξω
- εξουθενωμένος
- εξαντλημένος
- απογοητευμένος
- Αποθαρρυμένος
- αποθαρρυμένος
- αηδιασμένος
- απογοητευμένος
- αδιάφορος
- απογοητευμένος
- στραγγισμένος
- εξαντλημένος
- εκνευρισμένος
- Κουρασμένος
- Μπουχτισμένος
- ερεθισμένος
- κουτσός
- ναυτία
- χορτάτος
- χορτασμένος
- Ανέκφραστος
- γινόμενο
- χορτάτος
- απορροφάται
- διασκεδασμένος
- ενεργοποιημένος
- αρραβωνιασμένος
- απορροφημένος
- ενθουσιασμένος
- γαλβανισμένο
- ενδιαφέρομαι
- περιέργως
- ενθουσιασμένος
- διεγερμένος
- κινούμενη
- γοητευμένος
- ζωογονημένος
- κατενθουσιασμένος
- γοητευμένος
- υπνωτισμένος
- αναζωογονημένο
- αναζωογονημένο
- Γοητευμένος
- μαγεμένος
- αιχμάλωτος
- Χαρούμενος
- γοητευμένος
- διασκεδασμένος
- μαγεμένος
- χαρούμενος
Nearest Words of bored
Definitions and Meaning of bored in English
bored (s)
tired of the world
uninterested because of frequent exposure or indulgence
bored (imp. & p. p.)
of Bore
FAQs About the word bored
βαρετό
tired of the world, uninterested because of frequent exposure or indulgenceof Bore
κουρασμένος,ενοχλημένος,εξαντλημένος,απογοητευμένος,απογοητευμένος,κουρασμένος,άρρωστος, -η, -ο,αδιάφορος,κουρασμένος,κουρασμένος
απορροφάται,διασκεδασμένος,ενεργοποιημένος,αρραβωνιασμένος,απορροφημένος,ενθουσιασμένος,γαλβανισμένο,ενδιαφέρομαι,περιέργως,ενθουσιασμένος
borecole => λάχανο, boreas => Βορέας, boreal => βορεια, bore bit => Τρυπάνι για διάτρηση, bore => βαρετός,