Greek Meaning of doctored
παραποιημένο
Other Greek words related to παραποιημένο
- Νοθευμένο
- Σχεδιαστής
- σχεδιασμένος
- επινοημένος
- πλαστογραφημένος
- χειραγωγημένος
- επινοημένη
- πλαστό
- μορφωμένος
- Παραπλανητικός
- σφυρηλατημένος
- δόλιος
- ζογκλάροντας
- κατασκευασμένος
- Παραπλανητικό
- ψεύτικος
- ψεύτικη
- διαδικασία
- μη αυθεντικός
- παραποιημένο (με)
- πληγμένος
- τεχνητός
- ψεύτικος
- κούκλα
- υποκατάστατο
- Τεχνητός
- ψεύτικος
- ψεύτικο
- προσποιημένος
- μίμηση
- μιμητικός
- μιμητής
- κοροϊδεύω
- προσποιούμαι
- ψευδο-
- απάτη
- εξομοιωμένο
- πλαστό
- αντικαταστάτης
- Συνθετικός
- ΨΕΥΔΕΣ
Nearest Words of doctored
- doctorate => διδακτορικό
- doctorally => διδακτορικός
- doctor up => γιατρός
- doctor of theology => διδάκτωρ θεολογίας
- doctor of the church => Διδάσκαλος της Εκκλησίας
- doctor of science => διδάκτορας επιστημών
- doctor of sacred theology => Διδάκτωρ Ιεράς Θεολογίας
- doctor of public health => διδάκτορας δημόσιας υγείας
- doctor of philosophy => Διδάκτορας Φιλοσοφίας
- doctor of osteopathy => Οστεοπαθητικός
Definitions and Meaning of doctored in English
doctored (imp. & p. p.)
of Doctor
FAQs About the word doctored
παραποιημένο
of Doctor
Νοθευμένο,Σχεδιαστής,σχεδιασμένος,επινοημένος,πλαστογραφημένος,χειραγωγημένος,επινοημένη,πλαστό,μορφωμένος,Παραπλανητικός
αυθεντικός,γνήσιος,νόμιμος,φυσικός,πραγματικός,ΑΛΗΘΙΝΟΣ,καλή τη πίστει,καθαρός,ποιότητα,πολύτιμος
doctorate => διδακτορικό, doctorally => διδακτορικός, doctor up => γιατρός, doctor of theology => διδάκτωρ θεολογίας, doctor of the church => Διδάσκαλος της Εκκλησίας,