Greek Meaning of outguessing
Μαντεύω
Other Greek words related to Μαντεύω
- Υπερκεράζοντας την αλεπού
- υπερκεράζω
- υπερτερώ σε εξυπνάδα
- Πανουργία
- ξεγελώ
- μαντεύω
- ματαιώνοντας
- απορίας άξιο
- αντίσταση
- παρακάμπτοντας
- παραπλανητικός
- ηττώμενος
- εξαπάτηση
- απορρόφηση
- αστείος
- αλεπού
- απογοητευτικός
- απάτη
- ξεπερνώντας
- υπερνίκηση
- υπεκτίμηση
- εξαπάτηση
- αποκλεισμός
- κατάκτηση
- δόλιος
- εμποδίζοντας
- εμποδίζοντας
- εμποδίζοντας
Nearest Words of outguessing
Definitions and Meaning of outguessing in English
outguessing
to anticipate the expectations, intentions, or actions of, to correctly foresee the plans, actions, or activities of
FAQs About the word outguessing
Μαντεύω
to anticipate the expectations, intentions, or actions of, to correctly foresee the plans, actions, or activities of
Υπερκεράζοντας την αλεπού,υπερκεράζω,υπερτερώ σε εξυπνάδα,Πανουργία,ξεγελώ,μαντεύω,ματαιώνοντας,απορίας άξιο,αντίσταση,παρακάμπτοντας
No antonyms found.
outguessed => δεν μάντεψε, outgrowths => Εκβλαστήσεις, out-front => μπροστά, outfoxing => Υπερκεράζοντας την αλεπού, outfoxed => Υπερτερείν σε πανουργία,