Greek Meaning of outlaid

εκταμιευμένος

Other Greek words related to εκταμιευμένος

Definitions and Meaning of outlaid in English

outlaid

expenditure, payment, the act of spending, an amount spent, to lay out (money), the act of expending

FAQs About the word outlaid

εκταμιευμένος

expenditure, payment, the act of spending, an amount spent, to lay out (money), the act of expending

πληρωμένος,δαπανηθεί,εκταμιεύονταν,εξαντλημένος,έδωσε,διατάχθηκε,φυσώ,διασκορπισμένος,έπεσε,διχαλωτό (πάνω από)

αποθηκευμένο,κεκτημένος,αποθηκευμένο στην κρυφή μνήμη,κερδισμένα,κέρδισε,αποθησαυρισμένο,στον πάγκο,έκανε,προμηθευμένο,πραγματοποιημένο

outings => εκδρομές, outhouses => εξωτερικές τουαλέτες, outgunning => υπεροπλία πυρός, outgunned => χωρίς πυρομαχικά, outgun => Ξεπερνάω πυροβολικά,