FAQs About the word lavished

σπάταλος

of Lavish

σωρός,χύθηκε,νιμένος,έβρεξε,πλημμυρισμένος,χύθηκε,χαιρέτησε,πλημμυρισμένος,υπερχειλισμένος,Υπερφορτωμένος

κράτησε,κρατημένος,Διατηρημένα,κατεχόμενος,ανασταλμένος

lavish => σπάταλος, laving => στοργικός, lavic => λαβικός, laverock => Κοκκινολαίμης, laver => νιπτήρας,