Greek Meaning of lavishing
σπάταλος
Other Greek words related to σπάταλος
Nearest Words of lavishing
Definitions and Meaning of lavishing in English
lavishing (p. pr. & vb. n.)
of Lavish
FAQs About the word lavishing
σπάταλος
of Lavish
συσσώρευση,χύσιμο,ντους,βροχερός,πλημμύρα,τρεχούμενο,χαλάζι,πλημμυρίζων,υπερχειλίζων,συντριπτικός
φύλαξη,Κράτηση,διατήρηση,παρακράτηση,συγκράτηση
lavisher => σπάταλος, lavished => σπάταλος, lavish => σπάταλος, laving => στοργικός, lavic => λαβικός,