Greek Meaning of shelled out

Κοχύλι εκτός

Other Greek words related to Κοχύλι εκτός

Definitions and Meaning of shelled out in English

shelled out

pay

FAQs About the word shelled out

Κοχύλι εκτός

pay

διχαλωτό (πάνω από),ή πάνω),έξω,πληρωμένος,δαπανηθεί,εκταμιεύονταν,εξαντλημένος,έδωσε,διατάχθηκε,φυσώ

στον πάγκο,έκανε,αποθηκευμένο,κεκτημένος,αποθηκευμένο στην κρυφή μνήμη,κερδισμένα,κέρδισε,αποθησαυρισμένο,προμηθευμένο,πραγματοποιημένο

shellackings => κακοποίηση, shellacking => συντριβή, shellacked => Γυαλισμένη με γόμα λακ, shekelim => σέκελ, shekalim => σέκελ,