Greek Meaning of hoarded

αποθησαυρισμένο

Other Greek words related to αποθησαυρισμένο

Definitions and Meaning of hoarded in English

Webster

hoarded (imp. & p. p.)

of Hoard

FAQs About the word hoarded

αποθησαυρισμένο

of Hoard

συσσωρευμένος,κρυμμένος,αποθηκευμένο,κεκτημένος,συλλεγέν,συντηρημένο,κατατέθηκε,συλλεγμένοι,κράτησε,στον πάγκο

καστ,απορριφθεί,πεταμένος,δαπανηθεί,σπατάλησα,ξεφορτωμένο,σπαταλημένος,καταναλώνεται,πεταμένος (έξω ή μακριά),φυσώ

hoard => θησαυρός, hoar => πάχνη, hoagy carmichael => Χόουγκι Κάρμαϊκελ, hoagy => χότζι, hoagland howard carmichael => Χόγκλαντ Χάουαρντ Κάρμαικλ,