Greek Meaning of secreted

εκκρινόμενο

Other Greek words related to εκκρινόμενο

Definitions and Meaning of secreted in English

Webster

secreted (imp. & p. p.)

of Secrete

FAQs About the word secreted

εκκρινόμενο

of Secrete

ταξινομημένος,κρυμμένο,κρυμμένος,περιορισμένος,υπόγειος,ακάλυπτος,εμπιστευτικός,Άκρως απόρρητο,μη διαφημιζόμενο,Αποκάλυπτο

αναγνωρισμένος,ομολογημένος,ανοιχτό,Φανερός, Άδηλος,Δημόσιος,εμφανής,φανερός,προφανής,απλός,απλός

secrete => εκκρίνω, secretase => σεκρετάση, secretaryship => γραμματεία, secretary of war => Υπουργός Πολέμου, secretary of veterans affairs => Υπουργός Εθνικής Άμυνας,