FAQs About the word ditched

παρατημένος

of Ditch

πεταμένος,Αριστερά,εγκαταλελειμμένος,έσβησε,χώρισε (με),κόβω,απατημένος,βούρτσισε (στο πλάι ή μακριά),αδιαφορώ,έρημος

πήρε,έγιναν φίλοι,(συνδεδεμένο με),κλειδωμένος (σε ή σε)

ditch spade => φτυάρι, ditch reed => Καλάμι, ditch fern => Πολυπόδιο το δελτάειδο, ditch digger => Σκαπανέας, ditch => Τάφρος,