Greek Meaning of jilted
απατημένος
Other Greek words related to απατημένος
Nearest Words of jilted
Definitions and Meaning of jilted in English
jilted (s)
rebuffed (by a lover) without warning
jilted (imp. & p. p.)
of Jilt
FAQs About the word jilted
απατημένος
rebuffed (by a lover) without warningof Jilt
παρατημένος,πεταμένος,Αριστερά,εγκαταλελειμμένος,έσβησε,χώρισε (με),κόβω,απορριφθεί,βούρτσισε (στο πλάι ή μακριά),αδιαφορώ
έγιναν φίλοι,πήρε,(συνδεδεμένο με),κλειδωμένος (σε ή σε)
jilt => απορρίπτω, jillion => γκούγκολ, jill-flirt => Αδράχτι, jill => Τζιλ, jihadi => τζιχαντιστής,