Greek Meaning of dispelled
διαλυμένος
Other Greek words related to διαλυμένος
Nearest Words of dispelled
Definitions and Meaning of dispelled in English
dispelled (imp. & p. p.)
of Dispel
FAQs About the word dispelled
διαλυμένος
of Dispel
διασκορπισμένος,διαλυμένος,διασκορπισμένος,απομονωμένος,διασκορπισμένο,καθάρισε,διάχυτος,διαδεδομένος,χωρισμένοι,διαχωρισμένος
συναρμολογημένο,ομαδοποιημένο,συλλεγέν,συμπυκνωμένος,συγκεντρωμένοι,συλλεγμένοι,συλλεγμένα,ενωμένος,συσσωματωμένος,συγκολλημένος
dispel => διαλύω, dispeed => Ντισπιντ, dispauperize => βγάζω από τη φτώχεια, dispauper => απαλλοτρίωση, dispathy => αντιπάθεια,