Greek Meaning of shenanigans

Σκανδαλιές

Other Greek words related to Σκανδαλιές

Definitions and Meaning of shenanigans in English

shenanigans

tricky or questionable practices or conduct, a devious trick used especially for an underhand purpose, high-spirited or mischievous activity

FAQs About the word shenanigans

Σκανδαλιές

tricky or questionable practices or conduct, a devious trick used especially for an underhand purpose, high-spirited or mischievous activity

σκανταλιά,κακή διαγωγή,διαβολικότητα,δαιμονικότητα,διαβολία,διαβολιά,δαιμονισμός,Εκνευρισμός,σκανταλιές,εστία

βαρύτητα,βαρύτητα,σοβαρότητα,ιεροπρέπεια,επισημότητα

shenanigan(s) => κατεργαριά, shelters => καταφύγια, shell-shocked => σοκαρισμένος από το κέλυφος, shells => κελύφη, shelling out => ξεφλουδίζοντας,