Greek Meaning of towered (over)

πάνω

Other Greek words related to πάνω

Definitions and Meaning of towered (over) in English

towered (over)

No definition found for this word.

FAQs About the word towered (over)

πάνω

εκλειπτικός,ξεπερασμένος,κορυφαίο,ξεπερασμένος,ρυθμός,βελτιωμένος,ηττημένος,διέπρεψε,Κατέκτησε,Μη ικανοποιητικός

έχασε (από)

tower (over) => (over) πύργος, towelette => υγρή πετσέτα, towboats => Ρυμουλκά, touts => Λαλούντες, tousling => Χαλασμένο,