Greek Meaning of razed

κατεδαφισμένος

Other Greek words related to κατεδαφισμένος

Definitions and Meaning of razed in English

Wordnet

razed (s)

torn down and broken up

Webster

razed (imp. & p. p.)

of Raze

Webster

razed (a.)

Slashed or striped in patterns.

FAQs About the word razed

κατεδαφισμένος

torn down and broken upof Raze, Slashed or striped in patterns.

κατεδαφισμένο,κατεστραμμένος,κατεστραμμένος, ερειπωμένος,κατεστραμμένος,θρυμματισμένος,συντριμμένος,βυθισμένο,εξαντλημένος,ανάπηρος,θρυμματισμένος

κατασκευασμένο,ανεγερθεί,ανυψωμένο,εκτραφεί,επισκευάστηκε,εγκαθίστατε,κατασκευασμένος,δημιούργησε,συναρμολογημένο,Συνιστάται

raze => κατεδάφισε, rayons => ακτίνες, rayonnant => ακτινοβόλος, rayon stocking => Κάλτσα βισκόζης, rayon => ρεγιόν,