FAQs About the word mowed (down)

κομμένο (κάτω)

to kill or knock down (a person or many people) in a sudden and violent way

σφαγιασμένος,σφαγμένος,κατεστραμμένος,Αποστολή,Εκτελέστηκε,δολοφονηθέντα,στρατός,σβησμένο,σφαγμένος,δεκατισμένος

No antonyms found.

mow (down) => θερίζω, moving pictures => Ταινίες, moving (to) => προς, movies => ταινίες, moves (to) => μετακομίζει (σε),