Greek Meaning of muck (out)
καθάρισμα
Other Greek words related to καθάρισμα
- πινέλο
- Καθαρός
- καθαρίζω
- χτένα
- καθαρίζω
- σκόνη
- ξέπλυμα χρήματος
- σφουγγαρίστρα
- ξέβγαλμα
- τρίβω
- καθαρισμός
- Σαμπουάν
- σφουγγάρι
- Βαμβακοφόρος
- σκουπίζω
- αποδεικνύεται
- κενό
- πλύσιμο
- Σκουπίζω
- φωτίζω
- απολυμαίνω
- Απολυμαίνω
- Στεγνό καθάρισμα
- γι
- κάθαρση
- καθαρίζω
- Απολύμανση
- στολίζω
- ευθυγραμμίζω (πάνω)
- Αποσμητικό
- ανανεώνω
- παραλαμβάνω
- Γλυκαίνω
- τακτοποιημένος
Nearest Words of muck (out)
- muck (about or around) => Κάνοντας βρώμικα [σε κάτι]
- much of a muchness => Είναι όλα τα ίδια
- much less => πολύ λιγότερο
- Mrs. Grundy => Κυρία Γκράντι
- Mr. Right => Κύριος Τέλιος
- mows => κουρεύει
- mowing (down) => χορτοκοπή (κάτω)
- mowed (down) => κομμένο (κάτω)
- mow (down) => θερίζω
- moving pictures => Ταινίες
Definitions and Meaning of muck (out) in English
muck (out)
to clean (the place where a farm animal lives)
FAQs About the word muck (out)
καθάρισμα
to clean (the place where a farm animal lives)
πινέλο,Καθαρός,καθαρίζω,χτένα,καθαρίζω,σκόνη,ξέπλυμα χρήματος,σφουγγαρίστρα,ξέβγαλμα,τρίβω
λασπωμένος,ρυπαίνω,κηλίδα,λερώνω,μαύρισμα,βεβηλώνω,αποχρωματίζω,Έδαφος,κουκκίδα,κηλίδα
muck (about or around) => Κάνοντας βρώμικα [σε κάτι], much of a muchness => Είναι όλα τα ίδια, much less => πολύ λιγότερο, Mrs. Grundy => Κυρία Γκράντι, Mr. Right => Κύριος Τέλιος,