Greek Meaning of well-ordered

καλά τακτοποιημένο

Other Greek words related to καλά τακτοποιημένο

Definitions and Meaning of well-ordered in English

Wordnet

well-ordered (s)

ordered well

FAQs About the word well-ordered

καλά τακτοποιημένο

ordered well

καθαρός,οργανωμένος,οργανωμένος,Γρήγορα,άψογος,συστηματικός,τακτοποιημένος,Ακατάστατος,αμόλυντος,αντισηπτικό

χαοτικός,ακατάστατο,μπερδεμένος,αποδιοργανωμένος,ακατάστατος,αχτένιστος,ατημέλητος,ακατάστατος,ακατάστατη,μπλεγμένος

well-off => εύπορος, well-nourished => καλοθρεμμένος, well-nigh => Σχεδόν, wellness => ευεξία, well-natured => Καλοσυνάτος,