Greek Meaning of uncleanly

ακάθαρτα

Other Greek words related to ακάθαρτα

Definitions and Meaning of uncleanly in English

Wordnet

uncleanly (s)

habitually unclean

FAQs About the word uncleanly

ακάθαρτα

habitually unclean

μαυρισμένος,σκονισμένος,Βρόμικος,λασπωμένος,βρώμικο,Λεκιασμένος,αγκαθωτός,Befouled = Βεβηλωμένος,βρώμικος,χαοτικός

Καθαρός,καθαρισμένος,Καθαρά,σαφής,άμωμος,διαυγής,καθαρός,οργανωμένος,καθαρός,Αστραφτερός.

uncleanliness => Ακαθαρσία, unclean => Ακάθαρτος, uncle tom => θείος Τομ, uncle sam => Θείος Σαμ, uncle remus => θείος Ρέμους,