Greek Meaning of dusty
σκονισμένος
Other Greek words related to σκονισμένος
Nearest Words of dusty
- dusty miller => dusty miller
- dutch => ολλανδικός
- dutch auction => ολλανδική δημοπρασία
- dutch capital => πρωτεύουσα της Ολλανδίας
- dutch case-knife bean => Λόβια
- dutch clover => Τριφύλλι
- dutch courage => ψευτομπράβο
- dutch door => Ολλανδική πόρτα
- dutch east indies => Ολλανδικές Ανατολικές Ινδίες
- dutch elm => Γραφιόζα φτελιάς
Definitions and Meaning of dusty in English
dusty (s)
covered with a layer of dust
lacking originality or spontaneity; no longer new
dusty (superl.)
Filled, covered, or sprinkled with dust; clouded with dust; as, a dusty table; also, reducing to dust.
Like dust; of the color of dust; as a dusty white.
FAQs About the word dusty
σκονισμένος
covered with a layer of dust, lacking originality or spontaneity; no longer newFilled, covered, or sprinkled with dust; clouded with dust; as, a dusty table; al
καλό,πουδρώδης,φιλτραρισμένο,αλευρώδης,λείο,τριμμένο,εκλεπτυσμένος,υπερλεπτό
Χοντρός,κοκκώδης,κοκκώδης,κοκκώδης,τραχύς,αμμώδης,πετρώδης,τραχύς,λιθώδης,αφιλτράριστο
dustup => καυγάς, dustrag => Πανάκι για σκόνη, dust-point => Σημείο σκόνης, dustpanful => μια φτυαριά σκόνης, dustpan => Σκούπα και φαράσι,