Greek Meaning of unfiltered

αφιλτράριστο

Other Greek words related to αφιλτράριστο

Definitions and Meaning of unfiltered in English

unfiltered

not modified, processed, or refined, lacking a filter, not filtered

FAQs About the word unfiltered

αφιλτράριστο

not modified, processed, or refined, lacking a filter, not filtered

ακατέργαστος,φυσικός,Ωμός,ανεπτυγμένο,Ακάθαρτος,Γηγενής,Αγενής,αδιευκρίνιστος,ημιτελές,ακατέργαστος

φιλτραρισμένο,καθαρός,καθαρισμένος,επεξεργασμένο,εκλεπτυσμένος,επεξεργασμένος,διευκρίνισε,ντυμένος

unfetters => απελευθερώνει, unfettering => απελευθερωτικός, unfazed => ατάραχος, unfavorite => όχι αγαπημένο, unfastens => λύνει,