FAQs About the word unfixes

ξεκαρφιτσώνει

to make unstable, to loosen from a fastening

χαλαρώνει,λύνει,χαλαρώνει,απελευθερώνει,χάνει,βραβεία,τραβάει,ρίζες (out),ξεριζώνει,προσεύχεται

πιάνει,σφιγκτήρες,δένει,επιδιορθώσεις,εμπόδια,εξασφαλίζει,σύνολα,καταφύγια,Μαυριτανοί

unfitted => ακατάλληλος, unfiltered => αφιλτράριστο, unfetters => απελευθερώνει, unfettering => απελευθερωτικός, unfazed => ατάραχος,