Greek Meaning of unfixing

μη στερέωσης

Other Greek words related to μη στερέωσης

Definitions and Meaning of unfixing in English

unfixing

to make unstable, to loosen from a fastening

FAQs About the word unfixing

μη στερέωσης

to make unstable, to loosen from a fastening

εξαγωγή,χαλάρωση,ξεκούμπωμα,χαλάρωση, χαλάρωμα, απελευθέρωση, ελευθερία,απελευθερώνω,χαλαρός,περίεργος,τράβηγμα,εκρίζωση,σχίζοντας (έξω)

αγκύρωση,αλίευση,σφίξιμο,στερέωση,επιδιόρθωση,ωτο-στόπ,αγκυροβόλιο,προστασία,ρύθμιση,ενσωμάτωση

unfixes => ξεκαρφιτσώνει, unfitted => ακατάλληλος, unfiltered => αφιλτράριστο, unfetters => απελευθερώνει, unfettering => απελευθερωτικός,