Greek Meaning of germy
γεμάτο βακτήρια
Other Greek words related to γεμάτο βακτήρια
Nearest Words of germy
Definitions and Meaning of germy in English
germy (a)
full of germs or pathological microorganisms
FAQs About the word germy
γεμάτο βακτήρια
full of germs or pathological microorganisms
ανθυγιεινός,ανθυγιεινό,ανθυγιεινός,μη υγιεινός,ανθυγιεινός,δυσώδης,επιβλαβής,δηλητηριώδης,άρρωστος,τοξικός
υγιής,υγιής,υγειονομικός,υγιεινός,θρεπτικό
germule => germule, germogen => Γερμανός, germless => Αποστειρωμένο, germiparity => ισοτιμία, germinative => βλαστικός,