Greek Meaning of sooty
καπνώδης
Other Greek words related to καπνώδης
Nearest Words of sooty
Definitions and Meaning of sooty in English
sooty (s)
of the blackest black; similar to the color of jet or coal
covered with or as if with soot
FAQs About the word sooty
καπνώδης
of the blackest black; similar to the color of jet or coal, covered with or as if with soot
καπνιστός,καπνιστός,μουτζουρωμένος,Κινηματογραφικός,μιάσματος,μολυσματικός,μιάσματος,γαλακτώδες,χαμηλής ποιότητας,λασπωμένος
φωτεινό,Καθαρός,σαφής,αίθριος,διαυγής,δίκαιο,διαφανής,ηλιόλουστος,διαφανές,διαφανής
sootiness => Καπνιά , soothsaying => μαντεία, soothsayer => μάντης, soothingly => καθησυχαστικά, soothing syrup => καταπραϋντικό σιρόπι,