FAQs About the word unclasp

ξεκουμπώνω

release from a claspTo loose the clasp of; to open, as something that is fastened, or as with, a clasp; as, to unclasp a book; to unclasp one's heart.

Ξεβιδώνω,λύνω,ξεκλειδώνω,ξεκλειδώνω,ανοιχτό,ξεμπαρώνω,Ξεκουμπώνω,ανοίγω,ξεδιπλώνω,αποσυμπιέζω

κοντά,κλείνω,μπάρα,μπουλόνι,κούμπωμα,δένω,μάνταλο,κλειδαριά,κουμπί (πάνω)

unclaimed => μη διεκδικούμενο, unclad => γυμνός, uncivilty => αγένεια, uncivilly => αγενώς, uncivilized => αγριος,