Greek Meaning of snug
άνετος
Other Greek words related to άνετος
- καθαρός
- τακτοποιημένο
- τακτοποιημένος
- Διακόσμηση
- αντισηπτικό
- Κροκαλένια
- καλλωπισμένος
- άμωμος
- Καλοχτενισμένος
- οργανωμένος
- οργανωμένος
- σφιγμένος
- Γρήγορα
- κομψός
- εγωιστής
- Ακατάστατος
- Περιποιημένος
- παραλαβή
- καπελοθήκη
- καλοντυμένος
- καλοντυμένος
- γοητευτικός
- θρασύς
- έξυπνος
- Λάμψη
- Αστραφτερός.
- φανταχτερός
- άψογος
- έλατο
- βελτιωμένο
- συστηματικός
- σφιχτός
- τριγωνομετρία
- αχτένιστος
- ατημέλητος
- ακατάστατος
- ακατάστατη
- Βρόμικος
- ακατάστατος
- ακατάστατος
- ατημέλητος
- ξεπεσμένος
- φθαρμένος
- ατημέλητος
- απρόσεκτος
- ατημέλητος
- βρώμικος
- άθλιος
- ατημέλητος
- ακατάστατος
- παλιομοδίτικος
- φάουλ
- ανακατεμένα
- βρώμικο
- τσαλακωμένος
- σλοβένικος
- αναποδογύρισμα
- ανοργάνωτος
- ατημέλητος
- ατημέλητος
- αχτένιστος
- μη συστηματικός
Nearest Words of snug
Definitions and Meaning of snug in English
snug (n)
a small secluded room
snug (s)
offering safety; well protected or concealed
fitting closely but comfortably
well and tightly constructed
enjoying or affording comforting warmth and shelter especially in a small space
FAQs About the word snug
άνετος
a small secluded room, offering safety; well protected or concealed, fitting closely but comfortably, well and tightly constructed, enjoying or affording comfor
καθαρός,τακτοποιημένο,τακτοποιημένος,Διακόσμηση,αντισηπτικό,Κροκαλένια,καλλωπισμένος,άμωμος,Καλοχτενισμένος,οργανωμένος
αχτένιστος,ατημέλητος,ακατάστατος,ακατάστατη,Βρόμικος,ακατάστατος,ακατάστατος,ατημέλητος,ξεπεσμένος,φθαρμένος
snuffly => μύξα, snuffling => γρυλίζοντας, snuffler => Μυρίστης, snuffle => μουρμουρίζω, snuffers => σβηστήρι,