Greek Meaning of natty

καλοντυμένος

Other Greek words related to καλοντυμένος

Definitions and Meaning of natty in English

Wordnet

natty (s)

marked by up-to-dateness in dress and manners

Webster

natty (a.)

Neat; tidy; spruce.

FAQs About the word natty

καλοντυμένος

marked by up-to-dateness in dress and mannersNeat; tidy; spruce.

καλοντυμένος,κομψός,μοντέρνος,έξυπνος,έλατο,κομψό,προσεκτικός,σικ,επίσημος,επίσημος

αχτένιστος,ατημέλητος,ατημέλητος,ατημέλητος,ακατάστατος,τσαλακωμένος,φθαρμένος,απρόσεκτος,ατημέλητος,αχτένιστο

nattiness => κομψότητα, nattily => κομψά, natterjack => Πρασινόφρυνος, natter => κουβέντα, natta => Νάτα,