Greek Meaning of natural endowment
Φυσικό χάρισμα
Other Greek words related to Φυσικό χάρισμα
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of natural endowment
- natural enclosure => Φυσικό περίφραγμα
- natural elevation => φυσική έξαρση
- natural depression => φυσική κατάθλιψη
- natural covering => Φυσική επικάλυψη
- natural childbirth => Φυσιολογικός τοκετός
- natural action => Φυσική δράση
- natural ability => φυσική ικανότητα
- natural => φυσικός
- natty => καλοντυμένος
- nattiness => κομψότητα
- natural event => Φυσικό γεγονός
- natural family planning => Φυσικός οικογενειακός προγραμματισμός
- natural fiber => φυσικές ίνες
- natural fibre => Φυσικές ίνες
- natural gas => φυσικό αέριο
- natural glass => Φυσικό γυαλί
- natural history => Φυσική ιστορία
- natural immunity => Φυσική ανοσία
- natural language => Φυσική γλώσσα
- natural language processing => Επεξεργασία φυσικής γλώσσας
Definitions and Meaning of natural endowment in English
natural endowment (n)
natural abilities or qualities
FAQs About the word natural endowment
Φυσικό χάρισμα
natural abilities or qualities
No synonyms found.
No antonyms found.
natural enclosure => Φυσικό περίφραγμα, natural elevation => φυσική έξαρση, natural depression => φυσική κατάθλιψη, natural covering => Φυσική επικάλυψη, natural childbirth => Φυσιολογικός τοκετός,